Σε παγκόσμιο επίπεδο, η γεωθερμία αναδεικνύεται ως ισχυρό εργαλείο για τη μείωση των ανθρακούχων εκπομπών και την προώθηση βιώσιμων πρακτικών.
Παρά την προηγούμενη υποτίμηση της στην Ελλάδα, η γεωθερμία κατέχει πλέον κεντρική θέση στην ατζέντα της περιβαλλοντικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμβάλλοντας στην προσπάθεια απανθρακοποίησης και μετάβασης σε πιο βιώσιμες πηγές ενέργειας.
Η γεωθερμία αντιπροσωπεύει μια ήπια και ανανεώσιμη μορφή ενέργειας, που παράγεται από την εκμετάλλευση του υπόγειου γεωθερμικού δυναμικού.
Έχει ελάχιστο έως μηδενικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα και μπορεί με τις σημερινές τεχνολογικές δυνατότητες να παράγει θερμική είτε/και ηλεκτρική ενέργεια. (1)
Η γεωθερμία αποτελεί πολυδιάστατη και ευέλικτη πηγή ενέργειας, καθώς τα γεωθερμικά πεδία κατατάσσονται σε διάφορες κατηγορίες ανάλογα με το θερμοκρασιακό τους επίπεδο.
Στην κατηγορία υψηλής ενθαλπίας (πάνω από 150℃), η θερμότητα χρησιμοποιείται κυρίως για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.
Στη μεσαία ενθαλπία (90 έως 150 ℃), η θερμότητα δύναται να χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή ηλεκτρισμού, αλλά κυρίως χρησιμοποιείται για θέρμανση.
Στη χαμηλή ενθαλπία (25 έως 90℃), η θερμότητα αξιοποιείται για τη θέρμανση χώρων, θερμοκηπίων, ιχθυοκαλλιεργειών και παραγωγή γλυκού νερού.
Τέλος, η πολύ χαμηλή ενθαλπία (με θερμοκρασία μικρότερη των 25℃) χρησιμοποιείται για τη θέρμανση και ψύξη κτιρίων.
Η Ελλάδα αποτελεί μια χώρα πλούσια σε γεωθερμικούς πόρους λόγω των λιθοσφαιρικών πλακών και της έντονης ηφαιστειακής της δραστηριότητας.
Τα νησιά του ηφαιστειακού τόξου του Αιγαίου, κυρίως η Μήλος και η Νίσυρος, φιλοξενούν πεδία υψηλής ενθαλπίας, ενώ εκτεταμένα γεωθερμικά πεδία συγκεντρώνονται στη Βόρεια Ελλάδα.
Συγκεκριμένα, η Κεντρική και Ανατολική Μακεδονία, η Θράκη, καθώς και το Ανατολικό Αιγαίο, με τα νησιά της Χίου και της Λέσβου, αναδεικνύονται ως περιοχές με σημαντικούς γεωθερμικούς πόρους.
Αυτό σημαίνει πως η εκμετάλλευση της γεωθερμικής θερμότητας στην Ελλάδα θα μπορούσε να καλύψει σημαντικό μέρος των ενεργειακών αναγκών σε περιοχές όπου διατίθενται τέτοιοι πόροι.
Στις προσπάθειες ανάπτυξης της γεωθερμικής ενέργειας στην Ελλάδα, παρατηρείται μια ιστορική διαδρομή γεμάτη προκλήσεις και αντιφάσεις.
Παρά την ύπαρξη πλούσιων πηγών γεωθερμικής ενέργειας και των τριών κατηγοριών (υψηλής, μέσης και χαμηλής ενθαλπίας) σε οικονομικά βάθη (100-1500m), η Ελλάδα βρίσκεται σε εμβρυικό στάδιο ανάπτυξης της γεωθερμίας, ειδικότερα όσον αφορά τη γεωθερμία υψηλής ενθαλπίας.
Καθοριστικοί παράγοντες που συνέβαλαν σε αυτήν την καθυστέρηση περιλαμβάνουν την έλλειψη χρηματοοικονομικών και επενδυτικών κινήτρων, την ανεπαρκή υποδομή και την έλλειψη κατάλληλου σχεδιασμού, καθώς και τις δυσκολίες στις διαδικασίες άδειας.
Ενδεικτικά, τη δεκαετία του '80, η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ) προσπάθησε να εκμεταλλευτεί γεωθερμικούς πόρους στη Νίσυρο για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.
Ωστόσο, λόγω κακής κυβερνητικής διαχείρισης και τεχνικών αδυναμιών, το έργο απέτυχε.
Παρόμοια αποτυχημένη προσπάθεια πραγματοποιήθηκε στη Μήλο, όπου τεχνικά προβλήματα και περιβαλλοντικές δυσκολίες προκάλεσαν αντιδράσεις του τοπικού πληθυσμού.
Στη σύγχρονη Ελλάδα, η ανάπτυξη της γεωθερμικής ενέργειας επικεντρώνεται στην αντιμετώπιση των προκλήσεων και των παραλείψεων του παρελθόντος.
Η σύγχρονη προσέγγιση για την ανάπτυξη της γεωθερμικής ενέργειας στην Ελλάδα υπογραμμίζεται με τον νόμο 4602/2019 (ΦΕΚ 45/Α/9-3-2019).
Η νομοθετική αυτή πρωτοβουλία θεσπίζει νέα πλαίσια και διαδικασίες για την ενίσχυση των επενδύσεων σε έργα γεωθερμικής ενέργειας, προσφέροντας έτσι τις κατάλληλες συνθήκες για τη βιώσιμη ανάπτυξη αυτής της πηγής ενέργειας.
Σε συνέχεια του νόμου, η γεωθερμική ενέργεια αναδεικνύεται ως σημαντικό μέσο για την επίτευξη ενεργειακών στόχων της Ελλάδος και εντάσσεται στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), που αποσκοπεί στην μείωση του παραγόμενου CO2, την ενεργειακή αποδοτικότητα, την εξοικονόμηση πόρων και τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις, το μερίδιο της γεωθερμικής ενέργειας στην ηλεκτροπαραγωγή της χώρας αναμένεται να φτάσει τα 0,1 GW έως το 2030.
Παράλληλα, προσδοκίες από πιλοτικά έργα που υλοποιήθηκαν μέσω προηγούμενων προγραμμάτων δείχνουν ότι η γεωθερμία μπορεί να αποτελέσει σημαντικό παράγοντα για την ενεργειακή αυτάρκεια και την οικονομική ανάπτυξη.
Συγκεκριμένα, το πεδίο του Ερατεινού στην Καβάλα θεωρείται ενδεικτικό παράδειγμα επιτυχούς εκμετάλλευσης της γεωθερμίας.
Επενδύσεις σε αυτό το πεδίο έχουν τονώσει την απασχόληση και έχουν συμβάλει στην προσέλκυση περισσότερων επενδύσεων.
Επιπλέον, τα γεωθερμικά πεδία της Ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης εντάσσονται στα εμβληματικά έργα του ΕΣΠΑ 2021-2027, καταδεικνύοντας τη σημασία που δίνεται σε αυτήν την πηγή ενέργειας.
Εμπειρίες από γειτονικές χώρες, όπως η Ιταλία και η Τουρκία, που είχαν αναπτύξει γεωθερμική ηλεκτροπαραγωγή πάνω από 2,8 GW, έως το 2021, υποδεικνύουν ότι με σωστή στρατηγική και επενδυτική προσέγγιση, η Ελλάδα μπορεί να αξιοποιήσει το δυναμικό της γεωθερμίας για τη δημιουργία ενός βιώσιμου και καθαρού μέλλοντος.
Συνολικά, η αξιοποίηση της γεωθερμίας αναδεικνύεται ως ένα βήμα προς την επίτευξη των στόχων της Ελλάδας στον τομέα της ενέργειας και του περιβάλλοντος, συμβάλλοντας στη διαμόρφωση ενός πιο βιώσιμου ενεργειακού τοπίου.
(1) https://ypen.gov.gr/energeia/ape/technologies/geothermia/